Το παρακάτω κείμενο είναι αντίγραφο από ο δεκάλογο με τίτλο: «Η Δίκη των Θεών» που αναφέρεται στη ζωή των προγόνων μας Ποντίων
……..………15. Εξαγωγές στην Ευρώπη από το1760 έως το 1915 στον Πόντο:
«Οι 35 οικογένειες που αποτελούσαν το δικό μας τζάκι, έκαναν αυστηρό καταμερισμό εργασίας: άλλοι από αυτούς ασχολούνταν με τη γεωργία, άλλοι με τη κτηνοτροφία μικρών, μεγάλων και αλόγων, άλλοι με τη δενδροκομία, άλλοι με τη σαγματοποιία, άλλοι με τη μελισσουργία, άλλοι με την καροποιία και την κατασκευή ξύλινων εργαλείων και ξυλόγλυπτων κομψοτεχνημάτων, άλλοι με την κατασκευή ξυλοκατοικιών, άλλοι με την πτηνοτροφία, σηροτροφία και άλλοι με τη σιδηρουργία. Όλοι δούλευαν, αγόγγυστα, και ανάλογα με τις ανάγκες τους απολάμβαναν, ότι χρειάζονταν, από το κοινό, αδιαίρετο, κινητό, ακίνητο και διαθέσιμο προς χρήση κι’ ανάλωση βιος τους. Όταν χρειάζονταν χρήματα, γι’ όποιες κοινωνικές τους ανάγκες γάμου, βαπτίσια κλπ, έπαιρναν από το κοινό ταμείο που διαχειρίζονταν ο παππούς μου. Ήταν ο άτυπος Διευθύνων Σύμβουλος μιας κοινωνικής ομάδας που δεν θα ζήλευε και δεν θα υπολείπονταν σε τίποτε, από μια σύγχρονη Ανώνυμη Εταιρία.
Το ταμείο χρεώνονταν, όλα τα ποσά που προέρχονταν από την πώληση, όποιας εκμετάλλευσης, όλων των κλάδων παραγωγής και πιστώνονταν, μ’ όλες τις πληρωμές που καταβάλλονταν και γι’ εξόφληση υποχρεώσεων σε πιστωτές, για λειτουργικές δαπάνες των εκμεταλλεύσεων και αναλήψεις ποσών για την κάλυψη των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης των μελών-οικογενειαρχών.
Τη διαχείριση των οικονομικών και τη διοίκηση της ευρύτερης αυτής ομάδας, την είχε ο προπάππος μου Αναστάσης, τον οποίο διαδέχθηκε ο υιός του Σάββας, ο πρωτότοκος γιός του, ο δικός μου παππούς.
Στο κέντρο της αγοράς της μεγαλούπολης Μεσσουτιέ, είχαν ιδιόκτητο κτήμα, νοικιασμένο, για εκατό χρόνια από τον Μπέη της επαρχίας, έναντι τριών χιλιάδων χρυσών λιρών με την εικόνα του πορθητή της Πόλης Μωάμεθ Σουλεϊμάν. Και τα 3500 στρέμματα του χωριού τους Φάλτατσα τα νοίκιασαν για εκατό χρόνια αντί 10.000 χρυσών λιρών της ίδια κοπής.
Στη Μεσουτιέ μεγαλούπολη, με 45.000 κατοίκους, είχαν την βιοτεχνική επαγγελματική και εμπορική τους έδρα. Είχαν και ένα μεγάλο κατάστημα που προωθούσαν, εκτός από τα γεωργικά, κτηνοτροφικά εργαλεία και όλα τα προϊόντα τροφίμων που παρήγαν τα υπόλοιπα νοικοκυριά των συγχωριανών μαζί με τα δικά τους προϊόντα. Πωλούσαν υφάσματα και όλα τα είδη γενικού εμπορίου. Είχαν συστήσει ένα άτυπο συνεταιρισμό.
Οι ονομαστές άμαξές τους, με τη φίρμα Καραμιχαϊλίδη(επώνυμο των παππούδων μου) και ως εμπορικό σήμα, τ’ ολόξανθο πρόσωπο μιας ξανθής αμαζόνας καλλονής της προγιαγιάς μου Σεμέλης που στραγγαλίστηκε, ύστερα από απαγωγή και βιασμό, άγνωστου-γνωστού σατράπη διοικητού Μπέη. Οι επίσημες αρχές ανακοίνωσαν ότι αυτοκτόνησε, μπήγοντας μαχαίρι στο λαιμό!
Μέσα από αντιπρόσωπο στη Μασσαλία έφθαναν σε βασιλικούς και αρχοντικούς οίκους της Ευρώπης. Η ένωση των οικισμών αποτελούσαν το χωριό Φάλτατσα και βρισκόταν στο μέσον της απόστασης Κοτυώρων- Μεσουτιέ, περίπου. Διαθέτανε τις 8 ώρες και προς τη μια και προς την άλλη πόλη με τα άλογα.
Στον οντά του παππού μου Σάββα υπήρχε ημερολόγιο, ένα χοντρό τεφτέρι, στ’ οποίο καταχωρούνταν όλες οι μεταβολές των γεννήσεων και των θανάτων των αγαπημένων μελών της ευρύτερης οικογένειας..
Στον ανατολικό τοίχο του μεγάλου οντά φιγουράριζε η ζωγραφιά ενός πελώριου δρύινου δέντρου που απεικόνιζε όλες τις γενιές των προγόνων από το 1638. Το παραπάνω αναφερόμενο βιβλίο, με τ’ ελάχιστα κειμήλια που κατάφεραν να φέρουν οι πρόσφυγες γονείς μου, στην ανταλλαγή του 1922, κάηκαν το 43, όταν οι γερμανοί κατακάψανε, μ’ άλλα 74 χωριά και το δικό μας στην επαρχία Ελασσόνας που βρίσκονταν στην περιοχή του Νότιου Όλυμπου.
Ο παραπάνω, λοιπόν, οικονομικός, κοινωνικός και πολιτιστικός θησαυρός, αρπάχτηκε βάναυσα, μετά την άγρια δολοφονία του 50% των συγγενών των γονιών μου, από παθιασμένους και εξαγριωμένους Νεότουρκους που ανταπέδωσαν τα ίσα, κατά τους ισχυρισμούς τους, με τις προκλητικές και θηριώδεις κακοποιήσεις τούρκων πολιτών στην κατεχόμενη παράλια Μικρασιατική περιοχή της Σμύρνης και περιχώρων, απ’ ανεγκέφαλους ομοεθνείς μας. Εδώ στην Ελλάδα κατέληξαν εξουθενωμένοι, ελεεινοί, ρακένδυτοι και τρισάθλιοι, με τον καραμπινάτο ξεριζωμό τους.
Άρχισαν να κτίζουν απ’ αρχής το νέο νοικοκυριό τους, με αίμα και θυσίες και πριν προλάβουν να συνέλθουν, βίωσαν τον όλεθρο και τις νέες συμφορές, με τον Αλβανικό, την εισβολή των τριών κατακτητών και τον καταραμένο εμφύλιο. Και πίσω από αυτό το φονικό, τις αρπαγές και τις εξαθλιώσεις πάντα βρίσκονται οι ίδιοι καιροσκόποι που θησαυρίζουν, χωρίς κανένα κόστος κι απολογισμό. Τους ξέρουμε, τους γνωρίζουμε και όμως διχασμένοι από τους ίδιους, δεν μπορούμε να τους αγγίξουμε.
Ακόμη και τώρα με τη στημένη υπερχρέωση θα ξαναθησαυρίσουν, χρεώνοντας μας σε βάθος απογόνων, την εξόφληση δανείων και «νομίμων επιβαρύνσεων» που το 70% καρπώθηκαν οι ίδιοι.
Τις παθογένειες, αγαπημένοι μου φίλοι που αναζητούμε, πρέπει να τις χρεώσουμε στους γνωστούς υπαίτιους όλων των συμφορών μας, αλλά και στο ίδιο το εκλογικό σώμα που, ενώ συνέχεια εμπαίζεται, «με το εδώ παπάς, εκεί παπάς π’ ούναι ο παπάς», τους επανεκλέγει, αντί να σπάσει την κεφαλή των αναιδών και αμετανόητων-ανυποχώρητων, μονίμως, σφαγέων μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου